Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

Εκπαίδευση Ενηλίκων – Εσπερινά Σχολεία: Μια Δια Βίου… Πάθηση

 του Άνθιμου Πολυβίου       

Η Δια Βίου Μάθηση είναι αρχαιοελληνικό αίτημα και αξίωμα διατυπωμένο κατά τον πλέον επιγραμματικό τρόπο με το Σολώνειο απόφθεγμα «Γηράσκω δ’ αεί πολλά διδασκόμενος». Στα νεότερα χρόνια, όταν η κοινωνία της Γνώσης και της Πληροφορίας θεωρεί ως κυριότερο μέσο πλούτου και δύναμης, όχι το κεφάλαιο ή τη γη αλλά την πρωτοπορία στην επιστημονική πρόοδο και την τεχνολογία, το αίτημα επαναδιατυπώνεται, λίγο πριν και κατά τη δεκαετία του 1970, τόσο από τη ΟΥΝΕΣΚΟ, όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τίθενται οι βασικές Αρχές και στόχοι με βάση τους οποίους θα πρέπει να οργανωθεί και να προωθηθεί κατά τρόπο συστηματικό και μεθοδευμένο από τα διάφορα εθνικά εκπαιδευτικά συστήματα.
Έτσι, με σταθερή ηθική βάση την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1948) που διακηρύσσει ότι «η εκπαίδευση είναι δικαίωμα όλων» και ότι «τα κράτη είναι υποχρεωμένα να την εξασφαλίσουν στον πληθυσμό τους χωρίς διακρίσεις», η ΟΥΝΕΣΚΟ τίθεται, από το 1965 (Σύνοδος Τεχεράνης) και παραμένει μέχρι σήμερα, επικεφαλής της Παγκόσμιας εκστρατείας για καταπολέμηση του αναλφαβητισμού σε κάθε του μορφή. Κι αυτό γιατί τα στατιστικά δεδομένα στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια ήταν καταθλιπτικά: Όπως ο ίδιος ο ΟΗΕ δημοσίευσε, το 1957, το 45% του Παγκόσμιου πληθυσμού ήταν αναλφάβητοι. Μιλάμε φυσικά για τη χειρότερη μορφή αναλφαβητισμού, τον Οργανικό ή ολικό, κατά τον οποίο το άτομο αγνοεί παντελώς ανάγνωση και γραφή.

Από τότε μέχρι σήμερα πάρα πολύς προβληματισμός και ενέργειες έγιναν –και γίνονται– για διασαφήνιση των όρων «Δια Βίου Μάθηση», «Δια Βίου Εκπαίδευση», «Εκπαίδευση Ενηλίκων», Τυπική, Μη Τυπική και Ατυπη Εκπαίδευση και πάρα πολλά γράφτηκαν για τις ανθρωπιστικές, κοινωνικές, πολιτιστικές, πολιτικές, οικονομικές και άλλες διαστάσεις και παραμέτρους που έχουν.

Για να κατανοήσουμε, επομένως, ποια ήταν –και είναι ακόμα– η κατάσταση στην Κύπρο πάνω στο θέμα, αξίζει να συγκρατήσουμε, ως απόσταγμα, από τον μακροχρόνιο διεθνή και Ελλαδικό προβληματισμό, τις ακόλουθες διαπιστώσεις:

Η Δια Βίου Μάθηση δεν είναι και δεν μπορεί να χωρέσει σε οποιαδήποτε μορφή τυπικής εκπαίδευσης ή συστήματος. Αντιθέτως, περικλείει κάθε μορφή τυπικής ή άτυπης εκπαίδευσης, είναι αφ΄εαυτής η ίδια η εκπαίδευση, αφορά τον κάθε άνθρωπο ανεξαρτήτως μορφωτικής ή οποιασδήποτε άλλης υπόστασης και στάθμης, είναι αναφαίρετο δικαίωμα, αίτημα και χρέος κάθε κοινωνίας των πολιτών και αρχίζει με τη γέννηση και τελειώνει με το θάνατο ενός ατόμου.
  • Με άλλα λόγια, η Δια Βίου Μάθηση δεν είναι ένα επιπλέον εκπαιδευτικό σύστημα ή πρόγραμμα, αλλά η ίδια η Παιδεία που ένα άτομο δικαιούται και πρέπει να λαμβάνει καθόλη τη διάρκεια της ζωής του. Έτσι δεν είναι τυχαίο, τυπικό ή άσχετο με τα μηνύματα των καιρών που το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων στην Ελλάδα μετονομάστηκε σε Υπουργείο Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης.
  • Η Δια Βίου Εκπαίδευση, ως μερικότερη σε πλάτος έννοια, μπορεί και πρέπει να παρέχεται κατά τρόπο συστηματικό και τυπικό. Μπορεί να συναρτάται και να διαπλέκεται με κάθε μορφή ανθρώπινης δραστηριότητας ή ανάγκης και να αποτελεί φυσιολογική συνέχεια και συνέπεια της τυπικής παιδείας που κατά τρόπο οργανωμένο και μεθοδικό λαμβάνει ένα άτομο μέχρι την ενηλικίωση του.
  • Στο ίδιο μήκος κύματος, η Εκπαίδευση Ενηλίκων αποτελεί, ασφαλώς, μορφή τυπικής Εκπαίδευσης, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να καταλήγει σε έναν ανελαστικό μηχανισμό ή σύστημα που να αγνοεί τις όποιες ανθρωπιστικές, μορφωτικές, κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές, επαγγελματικές, επιστημονικές κ. ά. ιδιαιτερότητες μιας κοινωνίας των πολιτών. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απευθύνεται ή να αφορά μόνο όσους απέτυχαν για οποιοδήποτε λόγο να περατώσουν την υποχρεωτική τυπική τους εκπαίδευση, αλλά να κατανοεί και να αξιοποιεί τις ανάγκες, τις ιδιαιτερότητες, τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα, το μορφωτικό επίπεδο και επιστημονικό έρεισμα, την κτηθείσα πείρα και εμπειρία ζωής κάθε ενήλικα και να του παρέχει, όχι δεύτερη, αλλά μόνιμη ευκαιρία και δυνατότητα να γηράσκει αεί διδασκόμενος.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η Δια Βίου Μάθηση με οποιαδήποτε μορφή της ή περιεχόμενο ή οργανωτική δομή αποτελεί σήμερα την πρώτη προτεραιότητα των σύγχρονων κοινωνιών της γνώσης και των πολιτών, γιατί, πέρα από τις όποιες πρακτικές ή ωφελιμιστικές ανάγκες και σκοπιμότητες, εξυπηρετεί πρωτίστως και ενδυναμώνει την πνευματική ολοκλήρωση του ατόμου, προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ, για την εμβάθυνση της Δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας, την αποφυγή του κοινωνικού αποκλεισμού και την αποτροπή όλων των δεινών που πηγάζουν από την άγνοια, όπως ο φανατισμός, η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός, οι δεισιδαιμονίες, η οποιασδήποτε μορφής προκατάληψη, η βία κ.α.

Ενώ λοιπόν όλα αυτά κυοφορούνται και τεκταίνονται στο διεθνή χώρο, εδώ και μισό αιώνα τωρα, στην Κύπρο η κατάσταση παραμένει απελπιστικά πρωτόγονη και στάσιμη, αν δούμε τη Δια Βίου Εκπαίδευση από τη σκοπιά του πιο αντιπροσωπευτικού και σφαιρικού της θεσμού, αυτού των Εσπερινών Σχολείων.

Για του λόγου το αληθές ας δούμε τα πράγματα από την αρχή.
Στις 15.11.1966, ο τότε Βουλευτής Λευκωσίας κ. Πέτρος Στυλιανού, ένας από τους πλέον δραστήριους πνευματικούς ανθρώπους του τόπου και μετέπειτα καθηγητής στο Νυκτερινό, όπως λεγόταν τότε Γυμνάσιο Λευκωσίας, κατέθεσε επερώτηση στη Βουλή ζητώντας να μάθει από τον τότε Υπουργό Παιδείας Κωνσταντίνο Σπυριδάκη αν «φρονεί μήπως το ημέτερον Υπουργείον ότι επιβάλλεται η εισαγωγή και εν Κύπρω (ως συμβαίνει εν Ελλάδι και αλλαχού) του θεσμού των νυκτερινών Γυμνασίων εις τρόπον ώστε οι κατ’ αυτόν τον τρόπον άποροι και άριστοι σπουδασταί να δύνανται μετά το πέρας της φοιτήσεως των να επανδρώνουν την δημόσιαν υπηρεσίαν και να δύνανται να συνεχίσουν την επί ακαδημαϊκού επιπέδου φοίτησιν των επ’ ωφελεία της επιστήμης και του τόπου των».

Ο Υπουργός Παιδείας απάντησε στις 5.12.1966 λέγοντας ότι «το Υπουργείο Παιδείας συμφωνεί προς τον θεσμόν των νυχτερινών γυμνασίων και εν γένει των νυκτερινών σχολών όστις ισχύει εις πολλάς χώρας και είναι λίαν χρήσιμος», αλλά «εν πάση περιπτώσει αυτός δεν δύναται να είναι ενωρίτερον του προσεχούς Σεπτεμβρίου».

Ο χρόνος περνούσε τελείως άπρακτος και ανεκμετάλλευτος, οπότε ο Βουλευτής επανέφερε το θέμα στη Βουλή με νέα επερώτηση στις 12.12.1967 για να πάρει στις 21.3.1968 την απάντηση ότι «Δεν έχει εισέτι ολοκληρωθή η σχετική μελέτη δι’ ίδρυσιν νυκτερινού σχολείου μέσης εκπαίδευσεως και τούτο διότι ανεφύησαν ωρισμέναι δυσκολίαι αφορώσαι εις τον τύπο των σχολείων και των προγραμμάτων. Καθ’ όσον αφορά εις νυκτερινάς τεχνικάς σχολάς γίνεται περί τούτου πρόνοια, εις το υποβληθησόμενον προσεχώς νομοσχέδιον περί τεχνικής εκπαίδευσης. Εν τω μεταξύ συνεχίζονται από ετών νυκτερινά μαθήματα εις τας τεχνικάς σχολάς δι’ εργαζομένους».

Πέρασαν άλλοι 8 άπρακτοι μήνες, οπότε ο Βουλευτής κ. Πέτρος Στυλιανού κατέθεσε νέα επερώτηση στις 28.11.1968 για να πάρει αυτή τη φορά πιο συγκεκριμένη απάντηση ότι «Το Υπουργείο Παιδείας κατήρτισε σχέδιο και πρόγραμμα προς ίδρυσιν εν Λευκωσία νυκτερινού τετραταξίου γυμνασίου δευτέρου κύκλου (Δ’, Ε’, Στ’ και Ζ’) στηριζομένου εις τον κατώτερον τριτάξιον κύκλο κλασσικής κατεύθυνσης μετά ενισχυμένης διδασκαλίας των φυσικών, χημείας, μαθηματικών.»

Παρά τις διακηρύξεις όμως και τις υποσχέσεις, το θέμα παρέμενε συνεχώς σε εκκρεμότητα, οπότε ο κ. Στυλιανού αναγκάστηκε να το θίξει στην ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 1969, για να διαπορήσει αυτή την φορά «δια ποίους ακριβώς λόγους το Υπουργικό Συμβούλιο απέρριψεν συναφή εισήγησιν του αρμοδίου Υπουργείου, ως τούτο ανέφερε προς το Σώμα, απαντών εις σχετικήν μου ερώτηση» (βλ. Πρακτικά Βουλής. Σύνοδος Θ’ 27.2.1969)

Στις 20.11.1969 ο κ. Στυλιανού, έχοντας πάντα στο νου του την …Ιθάκη, ξανάγραψε το θέμα στο κεφαλαίο Δ’. Το θέμα συζητήθηκε στις 18 και 29.12.1969 και στις 8.1.1970. «Εάν, όμως, έντιμοι κύριοι συνάδελφοι, -διακήρυξε με έμφαση ο πρωτοπόρος Βουλευτής- πιστεύουμε εις την αξιοκρατίαν και κατ΄επέκτασιν εις την έννοιαν της κοινωνικής δικαιοσύνης, θα πρέπει να προσπαθήσωμεν να δώσωμεν δείγματα, έστω απλά, της προσηλώσεως μας αυτής, δίδοντες την ευκαιρία εις τους αρίστους εργαζομένους νέους μας να μορφωθούν, δια να βοηθήσουν με την σειρά των την πατρίδα των. Εάν άλλωστε, πιστεύωμεν εις το αξίωμα ότι η καλυτέρα επένδυσις ενός έθνους είναι η παιδεία του, τότε ασφαλέστερα ένας από τους καλύτερους επενδυτικούς τομείς της είναι η δημιουργία νυκτερινού Γυμνασίου δια εργαζομένους νέους».

Αυτή τη φορά η πρωτοβουλία Στυλιανού βρήκε ένθερμους υποστηριχτές και πολλούς άλλους Βουλευτές, καθώς επίσης και τον τύπο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση που έδωσαν μεγάλη δημοσιότητα. Έτσι, ύστερα από επίμονες και επίπονες προσπάθειες 3,5 περίπου χρόνων, λήφθηκε , επιτέλους, η απόφαση για ίδρυση Νυκτερινού Γυμνασίου στη Λευκωσία από τη σχολική χρονιά 1970-71. Φέτος, δηλαδή, συμπληρώνονται 40 χρόνια ακριβώς, αλλά ούτε στο Υπουργείο Παιδείας ούτε στο ίδιο το Εσπερινό Γυμνάσιο-Λύκειο Λευκωσίας, όπως μετονομάστηκε αργότερα, έλαβε κανένας υπόψη ή συγκινήθηκε από το γεγονός.

Θα πρέπει από την αρχή να επισημανθεί ότι το Νυκτερινό Γυμνάσιο Λευκωσίας δεν είχε –και ούτε έχει μέχρι σήμερα– οποιαδήποτε σχέση με ό,τι η Ευρώπη και η διεθνής κοινότητα εννοούν και επιδιώκουν όταν μιλούν για Δια Βίου Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων. Είναι απλά μια μεταφύτευση και προσαρμογή του πρωινού αναλυτικού προγράμματος σε απογευματινό-νυκτερινό ωράριο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη καμιά ιδιαιτερότητα ή δυσκολία ή πείρα ή προτιμήσεις ή κλίσεις των ενηλίκων εργαζομένων και οικογενειαρχών σπουδαστών που ποικίλλουν ως προς την ηλικιακή, αλλά και την οικονομική και μορφωτική σύνθεση και στάθμη.

Επίσης, οι κανονισμοί λειτουργίας, που εγκρίθηκαν 15 περίπου χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του Σχολείου, είναι, κυρίως ως προς τα θέματα πειθαρχίας, απουσιών και αξιολόγησης, σχεδόν πανομοιότυποι με αυτούς των πρωινών Σχολείων.

Η επίσημη πολιτεία δε σκέφτηκε επίσης ποτέ και ούτε προβληματίστηκε για το αν θα πρέπει οι διδάσκοντες σε σχολεία ενηλίκων να έχουν εξειδικευμένη κατάρτιση ή να έχουν υποστεί έστω μια σχετική επιμόρφωση.

Είναι αλήθεια- που αξίζει να καταγραφεί -ότι όλοι ανεξαιρέτως οι Διευθυντές που πέρασαν από το Εσπερινό Γυμνάσιο-Λύκειο Λευκωσίας, ζώντας καθενυχτικά τα απίστευτα προσωπικά δράματα και ιστορίες που ο κάθε μαθητής κουβαλεί, αλλά και βλέποντας αυτή την υπεράνθρωπη προσπάθεια –που αγγίζει τα όρια της αυταπάρνησης– για κατάκτηση του αγαθού της γνώσης, αγάπησαν και το Σχολείο και τους μαθητές και έδωσαν κυριολεκτικά την ψυχή τους για βελτίωση της κατάστασης. Αρκεί να διαβάσει κανείς μόνο τις ετήσιες λογοδοσίες και εκθέσεις τους και θα νιώσει ρίγος.

Πέρασαν επίσης από το Εσπερινό Λευκωσίας εκπαιδευτικοί με όραμα και μεράκι, με φαντασία και ζήλο που κάλυψαν σε μεγάλο βαθμό τα κενά και τις αδυναμίες από τη χρόνια αδιαφορία και απαξίωση της Πολιτείας για το Θεσμό.

Κατά κανόνα όμως, πανθομολογούμενο, το Υπουργείο Παιδείας θεωρούσε τα Εσπερινά Σχολεία ως τις «χωματερές της Εκπαίδευσης», σύμφωνα με εύστοχη διατύπωση σε τελική έκθεση πρώην Διευθυντή του Εσπερινού Λευκωσίας.

Καμιά επίσης κτηριακή αυτονομία ή ανεξαρτησία σε υλικοτεχνική υποδομή υπήρξε ποτέ για τα Εσπερινά Σχολεία. Πάντοτε θεωρούνταν ο φτωχός ενοχλητικός συγγενής των πρωινών και ζούσαν κυριολεκτικά στην παρασκιά της Εκπαίδευσης.

Το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, εξάλλου, ξεχνούσε μόνιμα μέχρι πρόσφατα –και ξεχνά ακόμα πολύ συχνά– να τα συμπεριλαμβάνει στις εγκυκλίους και τις ανακοινώσεις του.

Έτσι, δεν είναι τυχαίο που ο θεσμός απέτυχε παταγωδώς να προσελκύσει και να κρατήσει όλη τη δυνάμει «πελατεία» του.

Υπολογίζεται ότι από το 15% περίπου των νέων ηλικίας 18-22 ετών που αποτυγχάνουν να περατώσουν την υποχρεωτική πρωινή εκπαίδευση, τα Εσπερινά Σχολεία προσελκύουν μόνο το 5%. Μεγάλο μέρος του υπολοίπου η πολιτεία το συναντά στα δελτία ειδήσεων και ασχολείται πλέον μαζί του με ιδρύματα και θεσμούς που κοστίζουν μέχρι και το τριπλάσιο από τη λειτουργία μιας σχολικής μονάδας. Επίσης ένα 30% περίπου από όσους φοιτούν στα Εσπερινά Σχολεία αναγκάζεται για διάφορους λόγους και δυσκολίες να διακόψει τη φοίτηση του. Επί δικής μου διεύθυνσης, χάρη σε κάποια μέτρα που πάρθηκαν, το ποσοστό αυτό μειώθηκε κατά τις σχολικές χρονιές 2008-09 και 2009-10 στο 18%.

Από το 2005 και μετά, εξαιτίας διαφόρων έκτακτων και ατυχών περιστατικών, το Εσπερινό Σχολείο και τα προβλήματα του βγήκαν στην επιφάνεια και άρχισαν να συζητούνται. Έγιναν συνέδρια Παγκύπρια, επιστημονικές έρευνες, διαβουλεύσεις και συσκέψεις όλων των εμπλεκομένων, συντάχθηκαν υπομνήματα, υποβλήθηκαν λεπτομερείς προτάσεις για αναμόρφωση των αναλυτικών, τίποτα όμως το ουσιώδες δεν άλλαξε. Τα πάντα προσέκρουσαν στην ευθυνοφοβία και την αβελτηρία των ιθυνόντων, στην έλλειψη οράματος και στην αποσπασματική ή και ανύπαρκτη ενημέρωση και εμπειρία τους πάνω στο θέμα.

Μοναδική εξαίρεση, που πρέπει για χάρη της ιστορίας να αναφερθεί, ο αείμνηστος Πεύκιος Γεωργιάδης. Ο ανθρωπιστής αυτός Υπουργός ήταν από τους λίγους που κατάλαβαν την αξία και τη σημασία της Εκπαίδευσης Ενηλίκων και φρόντισε με δικές του πρωτοβουλίες να κάνει τη φοίτηση των ενήλικων σπουδαστών ανετότερη, διασφαλίζοντας τους ταυτόχρονα ποσοστό πρόσβασης στα ΑΕΙ 5%, νοουμένου ότι εξασφάλιζουν το 70% της βαθμολογίας του τελευταίου που εισάγεται σε μια σχολή.

Ένας κούκος όμως δεν φέρνει την Άνοιξη. Έτσι, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε διαδικασία εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ο χειμώνας και η στασιμότητα επανήλθαν στα Εσπερινά Σχολεία.

Με τη σημερινή στελέχωση του Υπουργείου Παιδείας καμιά αισιοδοξία για ουσιαστικές αλλαγές και εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης ενηλίκων δεν μπορεί να υπάρξει. Αρκεί να αναφέρει κανείς μόνο το γεγονός ότι, ενώ η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση άρχισε ήδη να εφαρμόζεται , ακόμα δεν έστρεψε το βλέμμα της προς την εκπαίδευση ενηλίκων. Ό,τι επικρατεί είναι ο ερασιτεχνισμός και η προχειρότητα, ο αυτοσχεδιασμός και η ημιμάθεια, η ιαβέρεια επιμονή σε ξεπερασμένους από το χρόνο και τις εξελίξεις κανονισμούς, μόνο και μόνο για να δίνεται η εντύπωση ενός επίπλαστου ενδιαφέροντος.

Προσωπικά είμαι βέβαιος ότι αν οι σοφοί της διεθνούς κοινότητας, που εδώ και μισό αιώνα ασχολούνται με τη διασαφήνιση των όρων «Δια Βίου Μάθηση», «Δια Βίου Εκπαίδευση» και «Εκπαίδευση Ενηλίκων», είχαν υπόψη τους την Κυπριακή πραγματικότητα, θα εισήγαγαν ακόμα έναν όρο: την «Δια Βίου Πάθηση».

(Το πιο πάνω κείμενο έχει δημοσιευτεί στο 8ο τεύχος του περιοδικού ΡΕΥΜΑ, www.revmamag.com.cy)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Νέα Κίνηση Καθηγητών διατηρεί το δικαίωμα να μη δημοσιεύει σχόλια υβριστικού, σεξιστικού, απειλητικού, ρατσιστικού ή άλλου προσβλητικού περιεχομένου, λιβελλογραφήματα καθώς και σχόλια άσχετα με το περιεχόμενο των αναρτήσεων που ενδέχεται να προκαλέσουν λανθασμένες εντυπώσεις για το περιεχόμενο και το σκοπό ανάρτησης αυτού του ιστολογίου